ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ
Απόσπασμα από το Βιβλίο του ALFRED TOMATIS
Εκπαίδευση και Μεταρρύθμιση είναι δύο έννοιες που βαδίζουν χέρι χέρι.
Ωστόσο, η σχολική αποτυχία προσγειώνει όλα αυτά τα όμορφα σχέδια στη θλιβερή τους πραγματικότητα. Σε μια τάξη δημοτικού αποτελούμενη από τριάντα μαθητές, μόνο δέκα παιδιά παρακολουθούν σωστά· άλλα δέκα με το ζόρι προσπαθούν να συμβαδίσουν με τα πρώτα, ενώ τα υπόλοιπα δέκα καταχωρούνται στις διάφορες κατηγορίες που ξεκινούν με το πρόθημα «δυσ-»: δυσλεξία, δυσορθογραφία, δυσαριθμησία…….
Στην πραγματικότητα, πάνω από 6θ% των μαθητών αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο σχολείο και, μπαίνοντας στο γυμνάσιο, περισσότερο από ένα παιδί στα δύο δεν ξέρει να διαβάζει ή διαβάζει τελείως μηχανικά. Πόσοι μαθητές θα φτάσουν στο τέλος των σπουδών τους; Πόσοι θα βρουν ένα επάγγελμα που να ταιριάζει με τις επιθυμίες τους; Φυσικά, η αναλογία αυτή δεν είναι χειρότερη από άλλοτε, αλλά ο κόσμος έχει αλλάξει και οι στατιστικές αποσιωπούν τη δυσφορία των νέων που αδυνατούν να επικοινωνήσουν με μια κοινωνία ολοένα και πιο απαιτητική.
Τα βιβλία που είναι αφιερωμένα στα αίτια της σχολικής αποτυχίας δεν είναι λίγα. Κάθε ειδικός, σύμφωνα με την εμπειρία του ή την ειδικότητά του, δίνει τη δική του ερμηνεία. Οι κοινωνικο-πολιτιστικές ή ψυχολογικές συνθήκες, η ανικανότητα προσαρμογής της διδακτικής, το πνευματικό επίπεδο, η πολυπλοκότητα των γνώσεων, η πολιτισμική κρίση σύρονται, το καθένα με τη σειρά του, στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Αναφέρονται επίσης οι συνθήκες εκπαίδευσης των παιδιών, οι υπερφορτωμένες τάξεις, τα παλιά και βρόμικα κτίρια, το σύστημα επαγγελματικού προσανατολισμού, η έλλειψη ή η πληθώρα των μεταρρυθμίσεων… χίλιες αόριστες ερμηνείες που μένουν στην επιφάνεια και, στην ουσία, το μόνο που καταφέρνουν είναι να προσπερνούν το πρόβλημα. Στο τέλος, ενώ οι ευθύνες μοιράζονται αναλόγως, όλος ο κόσμος νιώθει ένοχος… και το παιδί εξακολουθεί να αποτυγχάνει σε όλη τη σχολική του πορεία, νιώθοντας ολοένα και περισσότερο αποκλεισμένο, μέχρις ότου να περιθωριοποιηθεί εντελώς. Ίσως χρειάζεται να παραδεχτούμε ότι στην έρευνα και την πρακτική της εκπαίδευσης βρισκόμαστε σε αδιέξοδο. «Το σύστημα δεν αποδίδει». Σ’ αυτή τη διαπίστωση καταλήγουν δεκάδες συνέδρια που συνοψίζουν τις εμπειρίες χιλιάδων απεγνωσμένων εκπαιδευτικών.
Αναλαμβάνω παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, πάνω από σαράντα χρόνια. Σήμερα η επιτυχία μου στη θεραπεία της δυσλεξίας ξεπερνά το 9θ%· Χωρίς να θέλω να επεκταθώ σε ιδεολογικές συζητήσεις, πιστεύω ότι πρέπει να στρέψουμε ξανά την προσοχή μας στο παιδί και στη δυσκολία του να ζήσει.
Οι μαθητές που μένουν πίσω στο σχολείο παρουσιάζουν πάντα το ίδιο είδος δυσκολίας, που αντιστοιχεί στο παρακάτω ποσοστό: 6ο% από αυτούς δεν ξέρουν ούτε να γράφουν ούτε να διαβάζουν ούτε να μετρούν σωστά. Έχουν μπλοκαριστεί οι βασικοί μηχανισμοί της μάθησης και το παιδί δεν μπορεί να αφομοιώσει τις «βασικές γνώσεις», με αποτέλεσμα να καταδικάζεται αμέσως από το σχολείο και να απορρίπτεται από την κοινωνία.
Είναι παγκοσμίως αναγνωρισμένο ότι στην πηγή αυτής της αποτυχίας βρίσκεται κάποιο πρόβλημα επικοινωνίας. Προσδιόρισα με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό το πρόβλημα διαπιστώνοντας ότι η συντριπτική πλειοψηφία (πάνω από 8θ%) αυτών των παιδιών εκδηλώνει δυσλειτουργίες ακουστικής φύσης. Τα κλασικά τεστ συνήθως δεν τις εντοπίζουν, επειδή οι πληροφορίες που μας δίνουν αφορούν μόνο στην απλή ακοή. Το αυτί είναι το πρώτο αισθητήριο όργανο που έχει ήδη αναπτυχθεί στο έμβρυο από τον πέμπτο μήνα της κύησης και αποτελεί μια πραγματική πύλη από την οποία ο κόσμος εισέρχεται μέσα μας. Λειτουργεί επίσης σαν δυναμό” του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος.
Η απλή ακοή είναι μια παθητική λειτουργία. Όλο το εικοσιτετράωρο το αυτί μας καταγράφει ήχους. Η ακρόαση όμως προϋποθέτει την ενεργή μας συμμετοχή, δηλαδή να εστιάζουμε και να επιλέγουμε από το σύνολο των ήχων που φτάνουν στο αυτί μας αυτούς που μας ενδιαφέρουν.
Το παιδί που δεν συγκεντρώνεται, εκδηλώνει καθυστέρηση στην ομιλία ή παρουσιάζει διαταραχές στη συμπεριφορά έχει καταργήσει ή ελαττώσει «την επιθυμία του να ακούσει». Δεν θα μπορέσει, επίσης, να εκφράσει καθαρά τη σκέψη του, να απομνημονεύσει σωστά και να ελέγξει την ομιλία του. Το μειονέκτημα αυτό αποτελεί την πηγή όλων των διαταραχών μάθησης. Οι συνέπειές του είναι καταστροφικές και αναπόφευκτες. Το παιδί, αδυνατώντας να αναλύσει με ακρίβεια τους ήχους, δεν θα μπορέσει να τους αναπαραγάγει γραπτά, με αποτέλεσμα να κάνει συνεχώς ορθογραφικά λάθη. Όταν βρεθεί αντιμέτωπο με τα γράμματα σε μια άσκηση ανάγνωσης, θα είναι ανίκανο να αποκωδικοποιήσει το κείμενο.
Οι γονείς και οι παιδαγωγοί δεν πρόκειται να βρουν εδώ ένα νέο λιβε- λογράφημα που θα αμφισβητεί ακόμα μια φορά το οικοδόμημα της οικογένειας ή του σχολείου, τα οποία παραμένουν πάντα οι προνομιούχοι χώροι της άνθισης του παιδιού. Οι δυσκολίες που θα συναντήσει εκεί δεν είναι ποτέ καθοριστικές. Γιατί, παρ’ όλο που η Ακοή είναι η κεντρική αιτία της αποτυχίας των μηχανισμών μάθησης, συνιστά ταυτόχρονα ένα παιδαγωγικό εργαλείο που μας επιτρέπει να υπερπηδήσουμε τις καθυστερήσεις και τα μπλοκαρίσματα, ανοίγοντας στο παιδί τις πύλες της γνώσης.